- Ὀτρυντείδης
- Ὀτρυντείδης: son of Otrynteus, Iphition, Il. 20.383, 389.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
Ὀτρυντείδης — Ὀτρυντεΐδης , Ὀτρυντεΐδης masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀτρυντείδη — Ὀτρυντεΐδη , Ὀτρυντεΐδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀτρυντείδην — Ὀτρυντεΐδην , Ὀτρυντεΐδης masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)